Στο επίκεντρο της επικαιρότητας βρέθηκαν τις τελευταίες ημέρες εκ νέου το ζήτημα των τροποποιήσεων στο Ν. 3869/2010, η προστασία της πρώτης κατοικίας και το θέμα της διαχείρισης των κόκκινων δανείων των φυσικών προσώπων. Από το χρονικό σημείο εκκίνησης των διαρροών για το, τότε υπό σύνταξη, νομοσχέδιο μέχρι και την οριστική ψήφιση του Ν. 4346/2015 (ΦΕΚ Α’ 152/20-11-2015), είχε καταστεί σαφές ότι η κυβέρνηση εξωθείται όχι σε μια απλή αναθεώρηση διατάξεων του “Νόμου Κατσέλη”, αλλά σε μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια αποκλεισμού μιας μεγάλης μερίδας δανειοληπτών από τις ευεργετικές του διατάξεις. Εξ αρχής υπήρξε ένας αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης, ως προς το ζήτημα του τι είναι στην πραγματικότητα αυτό που διακυβεύεται. Για την κατανόηση αυτού που συνέβη το βράδυ της 19ης -11-2015, σε συνδυασμό με αυτό που συνέβη το βράδυ της 14ης -08-2015, είναι απαραίτητη μια αναδρομή στο είδος προστασίας, που απολάμβαναν τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά μέχρι σήμερα.
Από τον Αύγουστο του 2010 λοιπόν, μήνα ψήφισης του Ν. 3869/2010 και εντεύθεν, ο δανειολήπτης που ήταν φυσικό πρόσωπο, δεν είχε πτωχευτική ικανότητα και είχε περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία εξυπηρέτησης των οφειλών του, είχε τη δυνατότητα να καταθέσει αίτηση υπαγωγής του στον ανωτέρω Νόμο, προκειμένου να ενταχθεί στις ευεργετικές του διατάξεις και να προστατεύσει την κύρια κατοικία του, έχοντας ως κριτήρια ένταξης στην προσπάθεια προστασίας της, μόνο την εμπορική αξία, που έπρεπε να βρίσκεται εντός του αφορολόγητου ορίου απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξημένου κατά 50% (συνολικά τα όρια ήταν α) για άγαμο 300.000€, β) για έγγαμο χωρίς τέκνα 375.000€, γ) για έγγαμο με ένα τέκνο 412.500€, δ) για έγγαμο με δύο τέκνα 450.000€ και ε) για έγγαμο με τρία τέκνα 495.000€), καταβάλλοντας τότε – και σε περίπτωση επιτυχούς έκβασης – α) για διάστημα τεσσάρων (4) ετών, άτοκα, το ποσό που κατέλειπε μετά την αφαίρεση των δαπανών διαβίωσης αυτού και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του και μετά το πέρας της τετραετίας, δοσοποιημένο σε βάθος εικοσαετίας ποσοστό 85% της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας του με το επιτόκιο που προβλεπόταν. Παράλληλα με το “Νόμο Κατσέλη”, ίσχυε ένα καθεστώς αναγκαστικού δικαίου προστασίας για την κύρια κατοικία των δανειοληπτών, το οποίο άλλοτε παρετείνετο σε ετήσια και άλλοτε σε εξαμηνιαία βάση. Από τον Ιούνιο του έτους 2013, ο Ν. 3869/2010 τροποποιήθηκε με το Ν. 4161/2013 (ΦΕΚ Α’ 143/14-06-2013) και οι δανειολήπτες έχοντας ως κριτήριο προστασίας, πλέον, μόνο την αντικειμενική αξία, που έπρεπε να βρίσκεται εντός του αφορολόγητου ορίου απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξημένου κατά 50% (συνολικά τα όρια ήταν α) για άγαμο 300.000€, β) για έγγαμο χωρίς τέκνα 375.000€, γ) για έγγαμο με ένα τέκνο 412.500€, δ) για έγγαμο με δύο τέκνα 450.000€ και ε) για έγγαμο με τρία τέκνα 495.000€), εφόσον πετύχαιναν την ένταξή τους στον ανωτέρω Νόμο, όφειλαν πλέον να καταβάλουν α) για διάστημα τριών έως πέντε (3-5) ετών, άτοκα, το ποσό που κατέλειπε μετά την αφαίρεση των δαπανών διαβίωσης αυτού και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του και μετά το πέρας της εν λόγω ρύθμισης, δοσοποιημένο σε βάθος εικοσαετίας ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας του, με το επιτόκιο που προβλεπόταν, ενώ η αναγκαστικού δικαίου αναστολή πλειστηριασμών κύριας κατοικίας, ξεκίνησε να γίνεται όλο και πιο περιπτωσιολογική, θέτοντας κάποια ανώτατα όρια αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας, ύψους οφειλών και εισοδήματος, προκειμένου να μην προστατεύσει πρόσωπα, που επωφελήθηκαν από τη γενική και άνευ όρων προστασία του παρελθόντος, καλύπτοντας, όμως, τη συντριπτική πλειονότητα των κόκκινων στεγαστικών δανείων.
Στις αρχές του έτους 2015, οδηγηθήκαμε σε μη ανανέωση της εκ του νόμου αναστολής πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, έστω και με τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια ένταξης, που μέχρι τότε ίσχυαν και, εν συνεχεία, σε μία άτυπη συμφωνία μεταξύ τραπεζών και ελληνικής κυβέρνησης για μία off the record αναστολή πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, μέχρι και το τέλος του έτους 2015. Η συγκεκριμένη άτυπη αναστολή πλειστηριασμών συνδυάστηκε και με μία αναγκαστικού δικαίου αναστολή πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία εκκίνησε από τα capital controls του Ιουλίου 2015 μέχρι και τις 31 Οκτωβρίου 2015, οπότε και σταμάτησε να ανανεώνεται σε μηνιαία βάση. Παράλληλα με τα ανωτέρω, η κυβέρνηση αποφάσισε να προβεί στη δημιουργία ενός νέου Νόμου αντιμετώπισης του ζητήματος της υπερχρέωσης φυσικών προσώπων, κρύβοντάς τον επιμελώς κάτω από τον μανδύα μιας υποτιθέμενης απλής αναθεώρησης του Ν. 3869/2010 και στον περιορισμό των δανειοληπτών, που θα είχαν τη δυνατότητα να ενταχθούν στο Ν. 3869/2010, θεσπίζοντας μάλιστα ποσοτικά κριτήρια, τα οποία δεν πληροί ένα σημαντικό ποσοστό δανειοληπτών, κίνηση την οποία υλοποίησε σε δύο φάσεις – η πρώτη με την αναθεώρηση μέσω του Ν. 4336/2015, που δημοσιεύτηκε στις 14 Αυγούστου 2015 και η δεύτερη με την αναθεώρηση του Ν. 4346/2015, που δημοσιεύτηκε στις 20 Νοεμβρίου 2015. Συγκεκριμένα, ο νομοθέτης δημιούργησε δανειολήπτες δύο (2) ταχυτήτων: Α) τον ευάλωτο, αυτόν που πληροί σωρευτικά τις εξής προϋποθέσεις: α) το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του, β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα υπολείπεται ή είναι ίσο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης, όπως αυτές προσδιορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 5 του Νόμου, γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις εκατόν είκοσι χιλιάδες (120.000) ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα, δ) είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται και ε) βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής των μηνιαίων καταβολών, όπως αυτές ορίζονται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών της προηγούμενης παραγράφου. Για την εν λόγω κατηγορία προβλέπεται η συμμετοχή του Δημοσίου, για μέγιστο διάστημα τριών (3) ετών, στην καταβολή του ποσού που αντιστοιχεί στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών, παράλληλα με την υποχρέωση ελάχιστης καταβολής από μεριάς του οφειλέτη, ενώ ορίζεται ότι : “Μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2016 το Δημόσιο έχει τη δυνατότητα να προβεί σε μερική κάλυψη της διαφοράς μεταξύ του ποσού που καταβάλλει ο οφειλέτης, που πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις και του ποσού που ορίζεται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών. Στην περίπτωση αυτή το σχέδιο διευθέτησης οφειλών θεωρείται ότι εξυπηρετείται και οποιοδήποτε μη καταβληθέν ποσό κεφαλαιοποιείται στο υπολειπόμενο ποσό του σχεδίου διευθέτησης οφειλών…” και Β) τον λιγότερο ευάλωτο, αυτόν, δηλαδή, που πληροί σωρευτικά τις εξής προϋποθέσεις: α) το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του, β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα δεν υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, όπως αυτές προσδιορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 5 του Νόμου, προσαυξημένες κατά εβδομήντα τοις εκατό (70%), γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα χιλιάδες (180.000) ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά σαράντα χιλιάδες ευρώ (40.000) ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία (3) τέκνα και δ) ο οφειλέτης είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται.
Τα κριτήρια προστασίας της Α΄ κατοικίας
ΕΤΗΣΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ
1Η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
“ΕΥΑΛΩΤΟΙ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΕΣ”
ΕΥΛΟΓΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ
-1 άτομο: 8.180€
-2 άτομα: 13.917 €
-Οικογένεια με ένα παιδί: 17.278 €
-Οικογένεια με δύο παιδιά: 20.639 €
-Οικογένεια με τρία παιδά:24.000 €
ΟΡΙΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ
1 άτομο: 120.000€
-2 άτομα: 160.000 €
-Οικογένεια με ένα παιδί: 180,000 €
-Οικογένεια με δύο παιδιά: 200.000 €
-Οικογένεια με τρία παιδιά: 220.000 €
2Η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
“ΜΕΣΑΙΑ ΤΑΞΗ”
ΕΥΛΟΓΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ + 70%
-1 άτομο: 13.906 €
-2 άτομα: 23.659 €
– Οικογένεια με ένα παιδί: 23.973 €
-Οικογένεια με δύο παιδιά: 35.087 ευρώ
-Οικογένεια με τρία παιδιά: 40.800 €
ΟΡΙΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ
-1 άτομο: 180.000€
-2 άτομα: 220.000 €
-Οικογένεια με ένα παιδί: 240.000 €
-Οικογένεια με δύο παιδιά: 260.000 €
-Οικογένεια με τρία παιδιά: 280.000 €
Τα ελάχιστα φυσικά πρόσωπα, που τελικά θα πληρούν τις αναφερόμενες προϋποθέσεις, θα καταθέσουν αίτηση υπαγωγής στο Ν. 3869/2010 και εφόσον πετύχουν την ένταξή τους στον εν λόγω Νόμο, θα οφείλουν πλέον να καταβάλουν α) για διάστημα τριών (3) ετών, άτοκα, το ποσό που θα καταλείπει μετά την αφαίρεση των “….ευλόγων δαπανών διαβίωσης –οι οποίες αναφέρονται κατωτέρω και αφορούν το οικονομικό έτος 2013 και όχι το σήμερα- του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, όπως αυτές εκάστοτε προσδιορίζονται με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους δυνάμει του ν. 4224/2013 ή μέχρις ότου εκδοθεί η ανωτέρω απόφαση, όπως αυτές προσδιορίζονται στην Έρευνα Οικονομικών Προϋπολογισμών (Ε.Ο.Π.) που διενεργεί κάθε χρόνο η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, και στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι δαπάνες κοινωνικής ασφάλισης που βαρύνουν τον οφειλέτη…”. από το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημά τους και μετά το πέρας της εν λόγω ρύθμισης, δοσοποιημένο σε βάθος εικοσαετίας – διαστήματος που μπορεί να επεκταθεί έως τριάντα πέντε (35) έτη, εφόσον η διάρκεια των συμβάσεων ήταν μεγαλύτερη των είκοσι (20) ετών – ποσοστό 100% της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας τους, με το επιτόκιο που προβλέπεται. Σημειωτέον ότι, δεδομένου ότι οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών επηρεάζονται ως προς τον καθορισμό τους από το Α.Ε.Π. της χώρας, οι κατωτέρω αναλυτικά αναφερόμενες δαπάνες αναμένεται να κινηθούν πτωτικά κατά τα επόμενα έτη, αποκλείοντας μια ακόμα μεγαλύτερη μερίδα δανειοληπτών από τη δυνατότητα προστασίας της κύριας κατοικίας τους.
Διερευνητέα εξάλλου είναι και η αντισυνταγματικότητα του εν λόγω νομοθετήματος. Καταρχάς, τα κριτήρια που αναφέρονται στον τροποποιημένο Νόμο, δεν αφορούν μια αναγκαστικού δικαίου προστασία πρώτης κατοικίας, αλλά το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη προκειμένου κάποιος να αιτηθεί, με αβέβαιο αποτέλεσμα – καθώς δε δικαιώνονται όλοι – δικαστική προστασία. Τέτοιου είδους περιορισμοί στην άσκηση δικονομικού δικαιώματος έχουν κριθεί αντισυνταγματικοί, σε όσες περιπτώσεις έχουν λάβει χώρα μέχρι σήμερα. Περαιτέρω, θέμα αντισυνταγματικότητας εγείρει και η υποχρεωτική εξάμηνη διάρκεια της προσωρινής προστασίας που παρέχει ο νόμος, ανεξάρτητα από την ημερομηνία τελικής εκδίκασης της υπόθεσης, δεδομένου ότι δεν νοείται χρονικός περιορισμός προσωρινής προστασίας, τη στιγμή που με ευθύνη του κράτους τα Ειρηνοδικεία της χώρας αδυνατούν να προσδιορίσουν σύντομες δικασίμους για την κύρια εκδίκαση των υποθέσεων.
Οι αρχικές διαρροές και η ήδη από μηνός Σεπτεμβρίου 2015 λήξασα νομοθετική εξουσιοδότηση για έκδοση Κ.Υ.Α. καθορισμού κριτηρίων του Ν. 4336/2015, ανέφεραν ως κριτήριο για τα όρια το ετήσιο ΜΕΙΚΤΟ εισόδημα. Στον ψηφισθέντα Νόμο, αναφέρεται το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημα. Υπάρχει σημαντική ασάφεια ως προς το τι αποτελεί διαθέσιμο εισόδημα. Είναι το καθαρό μηνιαίο αφαιρουμένων κρατήσεων, εισφορών, Ε.Ν.Φ.Ι.Α. κλπ εισόδημα ή το μέσο μηνιαίο εισόδημα με βάση την πράξη διοικητικού προσδιορισμού τελευταίου φορολογικού έτους κατόπιν αναγωγής σε μηνιαία βάση;
Επίσης, έντονο προβληματισμό προκαλεί το ζήτημα του καθορισμού της τρέχουσας εμπορικής αξίας του ακινήτου. Στο αρχικό σχέδιο του ψηφισθέντος Νόμου, ο νομοθέτης είχε προαναγγείλει τη δημιουργία ενός μητρώου εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι μέχρι και τριάντα (30) ημέρες πριν τη συζήτηση της αίτησης υπαγωγής θα κατέθεταν την εκτίμησή τους για την εμπορική αξία της κύριας κατοικίας του αιτούντος δανειολήπτη, στο φάκελο που τηρείται στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο. Το μητρώο εμπειρογνωμόνων που θα καθόριζε την τρέχουσα εμπορική αξία της κύριας κατοικίας του δανειολήπτη διεγράφη τελευταία στιγμή και αντικαταστάθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι:
“Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος η οποία θα εκδοθεί εντός τριάντα ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος ορίζονται η διαδικασία και τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της μέγιστης ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη και τον προσδιορισμό του ποσού το οποίο θα ελάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστική εκτέλεσης, καθώς και για τον προσδιορισμό της ενδεχόμενης ζημίας των πιστωτών…”.
Κατόπιν των ανωτέρω, λογικός είναι ο προβληματισμός αναφορικά με τον υποκειμενικό χαρακτήρα της έννοιας “τρέχουσα εμπορική αξία”, αλλά και η πιθανολογούμενη, σε βαθμό βεβαιότητας, μεροληψία προς όφελος των πιστωτικών ιδρυμάτων ως προς τον καθορισμό της τρέχουσας εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας του αιτούντος δανειολήπτη. Παράλληλα, δημιουργεί και μια αίσθηση κατάχρησης της ήδη δεσπόζουσας θέσης των τραπεζών, οι οποίες τελικά θα καθορίζουν, μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος, το αμάχητο τελικό ύψος της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας, ήτοι το ποσό των τελικών καταβολών (τρέχουσα εμπορική αξία/240 μήνες) για διάστημα εικοσαετίας, ήτοι το ποσό διαγραφής (συνολικό ύψος οφειλών – άτοκες συνολικές καταβολές τριετίας με βάση το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσής του – 100% εμπορικής αξίας κύριας κατοικίας, με το προβλεπόμενο επιτόκιο), που προσδοκά ο αιτών δανειολήπτης. Σε κάθε περίπτωση, η θέσπιση του κριτηρίου της τρέχουσας εμπορικής αξίας, έρχεται να καλύψει την αδυναμία του κράτους να νομοθετήσει, επιτέλους, την εξαγγελθείσα ήδη από του έτους 2012, μεταβολή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων προκειμένου να προσεγγίζουν τις πραγματικές τιμές της αγοράς.
Επίσης έντονος προβληματισμός και ασάφεια υπάρχει και στην έννοια του “συνεργάσιμου δανειολήπτη”, έννοια η οποία μάλιστα έχει τεθεί από το νομοθέτη ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξη του δανειολήπτη στο Ν. 3869/2010. Ο ορισμός του “συνεργάσιμου δανειολήπτη”, όπως αποφασίστηκε στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους του Ν. 4224/2013, διατυπώνεται ως ακολούθως:
“Ένας δανειολήπτης είναι συνεργάσιμος έναντι των δανειστών του όταν:
α) παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας στους δανειστές ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό τους (π.χ. αριθμούς σταθερού, κινητού τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση, διεύθυνση κατοικίας και εργασίας) και προβαίνει σε ορισμό συγγενικού ή φιλικού προσώπου, ως αντικλήτου επικοινωνίας για κάθε περίπτωση που ο ίδιος δεν είναι διαθέσιμος,
β) είναι διαθέσιμος σε επικοινωνία με τον δανειστή ή με όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό αυτού και ανταποκρίνεται με ειλικρίνεια και σαφήνεια, σε κλήσεις και επιστολές του δανειστή ή όποιου ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, αυτοπροσώπως είτε δια του αντικλήτου του, με κάθε πρόσφορο τρόπο, εντός 15 εργάσιμων ημερών,
γ) προβαίνει αυτοπροσώπως, είτε δια του αντικλήτου του σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών προς το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, αναφορικά με την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργασίμων ημερών από την ημέρα μεταβολής της ή εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα ζητηθούν ανάλογες πληροφορίες από το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του,
δ) προβαίνει αυτοπροσώπως είτε δια του αντικλήτου του, σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών, προς το δανειστή ή όποιον ενεργεί για λογαριασμό του, οι οποίες θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην μελλοντική οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα περιέλθουν σε γνώση του (π.χ. πλήρωση προϋποθέσεων λήψης επιδόματος, εμφάνιση νέων περιουσιακών στοιχείων που θα περιέλθουν στην κυριότητα του [κληρονομιά κλπ.], απώλεια κυριότητας περιουσιακών στοιχείων, ανακοινώσεις απόλυσης, καταγγελίες μισθώσεων, εξαγορά ασφαλιστικών προϊόντων, κέρδη οποιασδήποτε μορφής κλπ.) και
ε) συναινεί σε διερεύνηση εναλλακτικής πρότασης αναδιάρθρωσης με το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Δεοντολογίας του Ν. 4224/2013″.
Πλην όμως, με το παρόν καθεστώς και την παρούσα κατάσταση που επικρατεί στα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας είναι αδύνατη όχι μόνο η πλήρωση, αλλά και η διερεύνηση της πλήρωσης των ανωτέρω κριτηρίων για το διαχωρισμό των συνεργάσιμων και των μη συνεργάσιμων δανειοληπτών, των προσώπων δηλαδή εκείνων που θα πληρούν τα κριτήρια του εν τοις πράγμασι ανενεργού (!) Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών του Ν. 4224/2013. Η ένταξη της συγκεκριμένης αφηρημένης, στερούμενης κάθε χαρακτήρα αντικειμενικότητας και δυνάμενης να αποδειχθεί μόνο από την πλευρά των πιστωτικών ιδρυμάτων, έννοιας και μάλιστα ως προϋπόθεση ένταξης του εκάστοτε δανειολήπτη στο Ν. 3869/2010, είναι προφανές ότι αποτελεί τροχοπέδη σε κάθε αίσθηση δίκαιης επίλυσης του ζητήματος της υπερχρέωσης και αναμένεται να αποτελέσει το βασικό “όπλο” των πιστωτικών ιδρυμάτων προς την κατεύθυνση της απόρριψης των αιτήσεων υπαγωγής στις διατάξεις του Ν. 3869/2010.
Περαιτέρω, η υποχρέωση της “μέγιστης δυνατότητας αποπληρωμής” του δανειολήπτη, η οποία ουσιαστικά δε θα καταλείπει παρά ένα ελάχιστο εισόδημα για την κάλυψη των δαπανών διαβίωσής του, η αλλαγή της τελευταίας στιγμής ως προς τη συνεισφορά του Δημοσίου στη μηνιαία δόση της ευάλωτης κατηγορίας δανειοληπτών – αυτής που με βάση το μηνιαίο εισόδημά της έχει τη δυνατότητα να καλύπτει απολειστικά και μόνο τις ήδη ελάχιστες εύλογες δαπάνες διαβίωσης της Ε.Λ.Σ.Τ.Α.Τ. – και η κεφαλαιοποίηση σε βάρος του ευάλωτου δανειολήπτη της συνεισφοράς αυτής σε βάθος χρόνου, κατά τη διάρκεια της ρύθμισης για την προστασία της πρώτης του κατοικίας (“…οποιοδήποτε μη καταβληθέν ποσό κεφαλαιοποιείται στο υπολειπόμενο ποσό του σχεδίου διευθέτησης οφειλών…”), καθώς και η διάταξη που αναφέρει ότι: “…διασφαλίζεται, ότι οι πιστωτές δεν θα βρεθούν, χωρίς τη συναίνεσή τους, σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης…” είναι ζητήματα που θα προκαλέσουν προβληματισμό κατά τη διάρκεια εφαρμογής του νομοθετήματος.
Ο νομοθέτης, στο τέλος του νομοθετήματος, αποσαφήνισε το ζήτημα των κριτηρίων και του τρόπου εκδίκασης των 170.000, ήδη μέχρι σήμερα, εκκρεμών υποθέσεων του Ν. 3869/2010, αποκλείοντας την αναδρομική ισχύ των διατάξεών του και αναφέροντας ότι “…Η εφαρμογή του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1.1.2016 και δεν καταλαμβάνει εκκρεμείς υποθέσεις, καθώς και αιτήσεις που έχουν κατατεθεί έως και 31.12.2015…”. Ένα κύμα λοιπόν νέων καταθέσεων αναμένεται να κάνει την εμφάνισή του στα Ειρηνοδικεία της χώρας, μέχρι το τέλος του έτους, προκειμένου ο αιτών δανειολήπτης να απολαύσει την μεγαλύτερη ευελιξία και άνεση των κριτηρίων του παλαιού καθεστώτος (αφορολόγητο όριο απόκτησης πρώτης κατοικίας προσαυξημένο κατά 50%).
Ο συνδυασμός των δύο αναθεωρήσεων του Ν. 3869/2010 με τον ψηφισθέντα παραμονές Δεκαπενταύγουστου Ν. 4336/2015 και το Ν. 4346/2015, έχει θέσει ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα. Το σύνολο των ήδη εκκρεμών υποθέσεων, που έχουν προσδιορισθεί προς εκδίκαση μετά τις 19-08-2018, θα συζητηθούν νωρίτερα, είτε με κλήση του αιτούντος ή του πιστωτή με καταληκτική ημερομηνία κατάθεσης την 19η -12-2015, είτε με αυτεπάγγελτο επαναπροσδιορισμό των εν λόγω υποθέσεων από τις γραμματείες των Ειρηνοδικείων της χώρας, μετά το πέρας της ανωτέρω προθεσμίας. Τέλος, οι ήδη εκκρεμείς υποθέσεις, που έχουν προσδιορισθεί προς εκδίκαση κύριας αίτησης, μετά τις 19-02-2016, θα πρέπει να επικαιροποιηθούν επί ποινή απαραδέκτου μέχρι τις 19-02-2016, με την προσκόμιση των συμπληρωματικών δικαιολογητικών εγγράφων, που όρισε η Κ.Υ.Α. της 14ης -10-2015 και συγκεκριμένα: α) αντίγραφο του Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας, β) πρόσφατο πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, γ) δήλωση φορολογίας εισοδήματος (έντυπο Ε1) του έτους 2015, δ) εκκαθαριστικό σημείωμα δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του έτους 2015, ε) τελευταία δήλωση στοιχείων ακινήτων (έντυπο Ε9) του έτους 2015 (και 2016), στ) τυχόν καταστάσεις μισθοδοσίας ή εκκαθαριστικούς λογαριασμούς συντάξεων ή βεβαίωση ανεργίας του ΟΑΕΔ για το έτος 2015, ζ) βεβαιώσεις οφειλών των πιστωτών με ημερομηνία έκδοσης μεταγενέστερη της έναρξης ισχύος του Ν. 4336/2015 από 19/8/2015 και έπειτα, η) υπεύθυνη δήλωση για την πληρότητα και ορθότητα καταστάσεων περιουσίας και μεταβιβάσεων, θ) λοιπά έγγραφα κατά την κρίση του οφειλέτη. Σε περίπτωση έγγαμου αιτούντος, τα παραπάνω έγγραφα προσκομίζονται και για τον/την σύζυγο, όπως επίσης και σε περίπτωση ανήλικων τέκνων με περιουσία.
Είναι προφανές ότι η καταληκτική ημερομηνία επικαιροποίησης φακέλων εκκρεμών υποθέσεων του Ν. 3869/2010, θα πρέπει να παραταθεί για επιπλέον διάστημα, τουλάχιστον έξι (6) μηνών, δεδομένου ότι, αφενός η λίστα με τα δικαιολογητικά έγγραφα επικαιροποίησης δημοσιεύτηκε στις 14-10-2015, ήτοι δύο (2) ακριβώς μήνες μετά τη δημοσίευση του νομοθετήματος που την επέβαλε – ο Ν. 4336/2015 δημοσιεύτηκε στις 14-08-2015 – και αφετέρου διότι η προσκόμιση νέων βεβαιώσεων οφειλών από τις τράπεζες απαιτεί τουλάχιστον ένα (1) μήνα – αντί των δέκα (10) ημερών που προβλέπει ο Νόμος – εξαιτίας του φόρτου που προκλήθηκε από την ανάγκη επικαιροποίησης 170.000 εκκρεμών υποθέσεων.
Συμπερασματικά, το εν λόγω νομοθέτημα κρίνεται ιδιαίτερα δυσχερές και σύνθετο στην εφαρμογή του, ασαφές και με ευδιάκριτα ζητήματα αντισυνταγματικότητας, δημιουργεί δικονομικά προνόμια για τα πιστωτικά ιδρύματα (καθορισμός εμπορικής αξίας από την τράπεζα της Ελλάδος, απόδειξη της έννοιας του συνεργάσιμου και μη συνεργάσιμου δανειολήπτη), μετακυλύει το βάρος απόδειξης επί σχεδόν όλων των προϋποθέσεων παραδεκτού και ένταξης στο “αδύναμο” μέρος της δίκης, αναμένεται, στην πράξη, να μην καλύψει ποσοστό μεγαλύτερο του 30% των “κόκκινων” δανειοληπτών και εν τέλει αφαιρεί σχεδόν κάθε δικαίωμα του φυσικού Δικαστή να κρίνει την εκάστοτε υπόθεση του Ν. 3869/2010, θέτοντας “μηχανικά” κριτήρια, που αποκλείουν την εξατομικευμένη κρίση της εκάστοτε αίτησης. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με α) την ισχύουσα από την 01η -01-2016 τροποποίηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που περιλαμβάνει πρωτοφανή περιορισμό των μέσων άμυνας του δανειολήπτη κατά την αναγκαστικής εκτέλεσης και απόλυτη σύντμηση των προθεσμιών της, β) την αναθεώρηση του Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών, που από μέσο εξωδικαστικής επίλυσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αναμένεται να αποτελέσει ένα εργαλείο απόδειξης της μη πλήρωσης του κριτηρίου του “συνεργάσιμου” δανειολήπτη και γ) την προβλεπόμενη είσοδο των distress funds στην αγορά δανειακών χαρτοφυλακίων, έχουν οδηγήσει σε απόγνωση τα ελληνικά νοικοκυριά.
*Ο Μιχάλης Ι. Κούβαρης είναι δικηγόρος, Νομικός Σύμβουλος της Ένωσης Καταναλωτών και Δανειοληπτών και Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
http://www.capital.gr/arthra/3082619/problimatismoi-gia-tin-prostasia-tis-protis-katoikias