Menu

Εθνικό Σήμα

Δικηγορικό γραφείο Αθήνα

Εθνικό σήμα είναι το δικαίωμα (χρήσης και αποκλεισμού τρίτων από τη χρήση αυτού) που απονέμεται από τη Διεύθυνση Σημάτων ή τα Διοικητικά Δικαστήρια, ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Ν.4679/2020 και παράγει αποτελέσματα στην Ελληνική Επικράτεια.

Το εθνικό σήμα μπορεί να αποτελείται από οποιαδήποτε σημεία, ιδίως από λέξεις, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος προσώπων, ή από σχέδια, γράμματα, αριθμούς, χρώματα, το σχήμα του προϊόντος ή τη συσκευασία του προϊόντος, ή από ήχους, υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά:

α) είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων και

β) μπορούν να αναπαρίστανται στο μητρώο της Διεύθυνσης Σημάτων, κατά τρόπο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν με σαφήνεια και ακρίβεια το αντικείμενο της προστασίας που παρέχεται στο δικαιούχο του.

ΚΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ

Το δικαίωμα στο εθνικό σήμα αποκτάται με την καταχώρισή του στο μητρώο, δηλαδή με την  οριστική  εγγραφή  της δήλωσης  κατάθεσης  σήματος  στο  Μητρώο  Σημάτων  μετά  την  εξέταση των τυπικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων, οι οποίες τίθενται δυνάμει του Ν. 4679/2020.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ        

Η καταχώριση του σήματος παρέχει στον δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα σε αυτό και ειδικότερα παρέχει το δικαίωμα της χρήσης του, το δικαίωμα να επιθέτει αυτό στα προϊόντα τα οποία προορίζεται να διακρίνει, να χαρακτηρίζει τις παρεχόμενες υπηρεσίες, να επιθέτει αυτό στα περικαλύμματα και τις συσκευασίες των εμπορευμάτων, στο χαρτί αλληλογραφίας, στα τιμολόγια, τους τιμοκαταλόγους, τις αγγελίες, τις κάθε είδους διαφημίσεις, καθώς και σε άλλο έντυπο υλικό, και να το χρησιμοποιεί σε ηλεκτρονικά ή οπτικοακουστικά μέσα ή μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 4679/2020 : «Ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος, που προστατεύεται στην Ελλάδα, δικαιούται επίσης να εμποδίζει όλους τους τρίτους να φέρνουν στην Ελλάδα, στο πλαίσιο εμπορικών συναλλαγών, προϊόντα, χωρίς τα προϊόντα αυτά να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Ελληνική Επικράτεια, όταν τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα για τα εν λόγω προϊόντα ή το οποίο δεν μπορεί να διακριθεί κατά τα ουσιώδη σημεία του από το εν λόγω καταχωρισμένο σήμα. Η απαγόρευση αυτή ισχύει για οποιοδήποτε τελωνειακό καθεστώς και αν υπαχθούν τα ως άνω προϊόντα, συμπεριλαμβανομένης της διαμετακόμισης, μεταφόρτωσης, τελωνειακής αποταμίευσης, προσωρινής εναπόθεσης, της τελειοποίησης προς επανεξαγωγή ή της προσωρινής εισαγωγής, ακόμα και αν τα προϊόντα δεν προορίζονται να διατεθούν στην αγορά της Ελλάδος.»

ΑΠΩΛΕΙΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΛΟΓΩ ΑΝΟΧΗΣ

Ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος δεν έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση ή να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου στην Ελλάδα σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες αυτό χρησιμοποιήθηκε, εφόσον ανέχτηκε εν γνώσει του τη χρήση του σήματος αυτού για περίοδο πέντε (5) συνεχών ετών, εκτός αν η κατάθεση του μεταγενέστερου σήματος έγινε με κακή πίστη. Στην περίπτωση αυτή ο δικαιούχος του  μεταγενέστερου  καταχωρισμένου  σήματος  δεν  μπορεί να απαγορεύσει τη χρήση του προγενέστερου σήματος ή άλλου δικαιώματος.

ΑΔΕΙΑ ΧΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΣΗΜΑ

Επιτρέπεται η παραχώρηση, αποκλειστικής ή μη, άδειας χρήσης του εθνικού ή διεθνούς με ισχύ στην Ελλάδα σήματος ή της δήλωσης κατάθεσης σήματος, για μέρος ή το σύνολο των καλυπτόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών και για το σύνολο ή τμήμα της ελληνικής Επικράτειας. Η συμφωνία για την παραχώρηση άδειας χρήσης σήματος είναι έγγραφη. Είτε ο δικαιούχος, με δήλωσή του, είτε ο αδειούχος, με εξουσιοδότηση του δικαιούχου, ζητεί την εγγραφή της παραχώρησης στο μητρώο σημάτων. Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν ότι ο αδειούχος χρήσης σήματος δικαιούται να παραχωρεί περαιτέρω άδειες χρήσης αυτού.

Το δικαίωμα στο σήμα μπορεί να μεταβιβαστεί, εν ζωή ή αιτία θανάτου, για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών για τις οποίες έχει καταχωριστεί, ανεξάρτητα από τη μεταβίβαση της επιχείρησης. Η δια συμβάσεως μεταβίβαση της επιχείρησης στο σύνολό της συνεπάγεται και τη μεταβίβαση του σήματος, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή αυτό προκύπτει σαφώς από τις περιστάσεις. Η συμφωνία για τη μεταβίβαση είναι έγγραφη. Είτε ο μεταβιβάζων είτε ο αποκτών ζητεί την εγγραφή της μεταβίβασης στο μητρώο σημάτων.

Επί του σήματος μπορεί να συσταθεί ενέχυρο ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα με την εγγραφή της σχετικής σύμβασης στο μητρώο σημάτων. Το σήμα μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συντηρητικής ή αναγκαστικής κατάσχεσης και αναγκαστικής εκτέλεση ενώ σε κάθε περίπτωση το σήμα ανήκει στην πτωχευτική περιουσία.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ

Για την καταχώριση εθνικού σήματος κατατίθεται δήλωση κατάθεσης σήματος στη Διεύθυνση Σημάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων. Η δήλωση κατάθεσης σήματος λαμβάνει αριθμό, ημερομηνία και ώρα κατάθεσης, εγγράφεται στο μητρώο σημάτων και τα στοιχεία της αναρτώνται σε κοινές ή συνδεδεμένες βάσεις δεδομένων και διαδικτυακών πυλών περί σημάτων. Ακολούθως, η δήλωση κατάθεσης σήματος ελέγχεται ως προς την πληρότητα του περιεχομένου της, την αναπαράσταση του σήματος, την περιγραφή των προϊόντων και των υπηρεσιών, τα τέλη και τα τυχόν άλλα στοιχεία ή έγγραφα που τη συνοδεύουν από τον ελεγκτή υπάλληλο της Διεύθυνσης Σημάτων. Στη συνέχεια γίνεται έρευνα για προγενέστερα σήματα κατά την έννοια των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 5 του Ν. 4679/2020 καθώς και για τη συνδρομή απόλυτων λόγων απαραδέκτου κατά την έννοια του άρθρου 4 του Ν. 4679/2020. Εφόσον δεν συντρέχουν απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου, γίνεται δεκτή η δήλωση κατάθεσης σήματος και η απόφαση αυτή δημοσιεύεται με την ανάρτησή της στον διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων (http://des.gge.gov.gr/home/index), προκειμένου να ενημερωθούν οι τυχόν τρίτοι που θα ήθελαν να ασκήσουν ανακοπές σύμφωνα με το άρθρο 25 του Ν. 4679/2020.

Αν δεν ασκηθούν ανακοπές ή αυτές απορριφθούν με απόφαση της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων για την οποία παρήλθε άπρακτη η προθεσμία προσφυγής στο Διοικητικό Πρωτοδικείο ή απορριφθούν με απόφαση των Διοικητικών Δικαστηρίων που είναι ή έχει καταστεί τελεσίδικη, τότε το σήμα καταχωρείται στο μητρώο σημάτων.

Η δήλωση, καθώς και η αναπαράσταση του σήματος κατατίθενται υποχρεωτικά και σε ηλεκτρονική μορφή με την προσκόμιση στη Διεύθυνση Σημάτων ψηφιακού δίσκου ή άλλου πρόσφορου ηλεκτρονικού αποθηκευτικού μέσου ενώ η  δήλωση κατάθεσης, συνοδευόμενη από την αναπαράσταση του σήματος, μπορεί να υποβάλλεται και εξ αποστάσεως με ηλεκτρονικά μέσα. Στην περίπτωση αυτή η δήλωση κατάθεσης και η αναπαράσταση του σήματος υποβάλλονται ηλεκτρονικά.

Αν από την έρευνα που πραγματοποιεί ο Εξεταστής της Διεύθυνσης Σημάτων προκύπτει ότι η δήλωση κατάθεσης του σήματος είναι απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν. 4679/2020 (απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου) για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών της δήλωσης κατάθεσης, ο καταθέτης ή ο αντίκλητος καλείται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την επομένη της κοινοποίησης της σχετικής πρόσκλησης είτε να ανακαλέσει τη δήλωση είτε να περιορίσει την έκταση προστασίας του σήματος σε βαθμό που να καθίσταται αυτό παραδεκτό είτε να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

Η απόφαση απόρριψης εν όλω της δήλωσης σήματος κοινοποιείται στον καταθέτη ή τον αντίκλητό του, κατά περίπτωση, με μέριμνα της Διεύθυνσης Σημάτων, με κάθε πρόσφορο μέσο, κατά προτίμηση με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, παράλληλα δε δημοσιεύεται στον διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, χωρίς η δημοσίευση αυτή να κινεί την προθεσμία ανακοπής του άρθρου 25.

ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΡΡΙΠΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗΣ ΣΗΜΑΤΟΣ

Οι αποφάσεις των Εξεταστών της Διεύθυνσης Σημάτων που απορρίπτουν εν όλω ή εν μέρει τη δήλωση κατάθεσης σήματος υπόκεινται σε προσφυγή μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) πλήρων ημερών που αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης.

ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑ ΔΕΚΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗΣ ΣΗΜΑΤΟΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 25 του Ν. 4679/2020,  σε περίπτωση δεκτής δήλωσης σήματος είναι δυνατόν να ασκηθεί ανακοπή μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών που αρχίζει από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στον διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, για τον λόγο ότι η καταχώριση προσκρούει σε έναν ή περισσότερους λόγους του άρθρου 4 του Ν. 4679/2020 (απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου) καθώς και σε ένας ή περισσότερους λόγους των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 5 του Ν. 4679/2020 (σχετικοί λόγοι απαραδέκτου).

 Στην περίπτωση κατά την οποία η ανακοπή αφορά λόγους του άρθρου 4 (απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου), η ανακοπή ασκείται από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε ένωση, ομάδα ή φορέα εκπροσώπησης κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών, εξηγώντας για ποιους λόγους η δήλωση πρέπει να απορριφθεί ενώ αν πρόκειται για λόγους του άρθρου 5 (σχετικοί λόγοι απαραδέκτου), η ανακοπή ασκείται αποκλειστικά από δικαιούχους προγενέστερων σημάτων ή δικαιωμάτων.

Εφόσον από την εξέταση της ανακοπής προκύπτει ότι, η καταχώριση της δήλωσης κατάθεσης του σήματος δεν μπορεί να γίνει δεκτή για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτή διακρίνει, η δήλωση απορρίπτεται είτε στο σύνολό της ή εν μέρει για συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες. Σε αντίθετη περίπτωση η ανακοπή απορρίπτεται και η δήλωση κατάθεσης γίνεται δεκτή.

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ

Σε περίπτωση διαφορών μεταξύ ιδιωτών οι οποίες αποτελούν αντικείμενο διαδικασιών που εκκρεμούν ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, μπορεί να υποβληθεί από τα μέρη κοινή αίτηση διαμεσολάβησης οποτεδήποτε μετά την κατάθεση ανακοπής, αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας και παρέμβασης. Η αίτηση κατατίθεται στη Διεύθυνση Σημάτων και διαβιβάζεται στη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων. Αν υποβληθεί κοινή αίτηση διαμεσολάβησης, η διαδικασία ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων αναστέλλεται.

Η διαμεσολάβηση ολοκληρώνεται μέσα σε ένα εξάμηνο που αρχίζει από την επομένη της υποβολής του αιτήματος. Τα μέρη μπορούν να συμφωνούν εγγράφως παρά-αση της ανωτέρω προθεσμίας για χρονικό διάστημα έως τρείς (3) μήνες. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων αναβάλλει υποχρεωτικά τη συζήτηση της υπόθεσης ορίζοντας νέα συζήτηση μετά την πάροδο του εξαμήνου ή του τριμήνου, κατά περίπτωση.

Τα μέρη ορίζουν από κοινού διαμεσολαβητή νόμιμα διαπιστευμένο στην Ελλάδα σύμφωνα με το άρθρο 202 του ν. 4512/2018 ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης τα μέρη παρίστανται μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους ενώ αν δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία των μερών και του διαμεσολαβητή στον ίδιο τόπο και χρόνο, η διαμεσολάβηση μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διαδικασία της τηλεδιάσκεψης. Μετά το πέρας της διαδικασίας της διαμεσολάβησης υπογράφεται πρακτικό διαμεσολάβησης, το οποίο περιλαβάνει τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν τα μέρη και το οποίο συντάσσεται από τον διαμεσολαβητή και υπογράφεται από τον ίδιο, τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους. Οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα, ο οποίος δεσμεύει όλα τα συμμετέχοντα πρόσωπα, ιδίως τον διαμεσολαβητή, τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους τους.

ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

Οι αποφάσεις της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων που κρίνουν επί αποφάσεων των Εξεταστών της Διεύθυνσης Σημάτων, επί ανακοπών, ή επί αιτήσεων επίλυσης διαφοράς υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών που αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης των εν λόγω αποφάσεων ενώ η εν λόγω προσφυγή του άρθρου 32 του Ν. 4679/2020  έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

ΠΑΡΑΒΟΛΑ ΔΗΜΟΣΙΟΥ

Δυνάμει του άρθρου 87 του Ν. 4679/2020, τα καταβαλλόμενα υπέρ του Δημοσίου τέλη για τη λειτουργία του μητρώου σημάτων, καθορίζονται ως εξής:

α. Κατάθεση σήματος, που υποβάλλεται έγχαρτα, εκατόν είκοσι (120) ευρώ,

β. Κατάθεση σήματος, που υποβάλλεται ηλεκτρονικά, εκατό (100) ευρώ,

γ. κάθε επιπλέον κλάση, είκοσι (20) ευρώ,

δ. κατάθεση σήματος από μετατροπή σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνούς καταχώρισης ή από διαίρεση δήλωσης σήματος σε περισσότερα μέρη, εκατόν πενήντα (150) ευρώ,

ε. κάθε επιπλέον κλάση, είκοσι (20) ευρώ,

στ. παράταση προστασίας σήματος, που υποβάλλεται έγχαρτα, εκατόν δέκα (110) ευρώ,

ζ. παράταση προστασίας σήματος, που υποβάλλεται ηλεκτρονικά, ενενήντα (90) ευρώ,

η. κάθε επιπλέον κλάση, είκοσι (20) ευρώ,

θ. μεταβίβαση σήματος, ενενήντα (90) ευρώ,

ι. παραχώρηση άδειας χρήσης, ενενήντα (90) ευρώ,

ια. εγγραφή εμπράγματων δικαιωμάτων, σαράντα (40) ευρώ,

ιβ. έλεγχος και διαβίβαση διεθνούς αίτησης, δεκαπέντε (15) ευρώ,

ιγ. αντικατάσταση εθνικού σήματος από διεθνή καταχώριση, εκατόν δέκα (110) ευρώ,

ιδ. κατάθεση προσφυγών, ανακοπών, παρεμβάσεων και αιτήσεων ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων,εβδομήντα (70) ευρώ,

ιε. παράβολο συζήτησης ανακοπών, προσφυγών, πα-ρεμβάσεων και αιτήσεων ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, σαράντα (40) ευρώ,

 ιστ. επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, εκατόν δέκα (110) ευρώ,

 ιζ. έκδοση αντιγράφου σήματος, ένα (1) ευρώ.

 

ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 36 του Ν. 4679/2020, ηκαταχώριση του σήματος διαρκεί για μια δεκαετία (10 έτη) που αρχίζει από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης ή, κατά περίπτωση, την ημερομηνία της παραγράφου 3 του άρθρου 21 (συμπλήρωση δηλώσεως) και λήγει την αντίστοιχη ημερομηνία μετά την πάροδο των δέκα (10) ετών.

Η καταχώριση μπορεί να ανανεώνεται ανά δεκαετία με αίτηση του δικαιούχου και με την εμπρόθεσμη καταβολή του τέλους ανανέωσης. Η Διεύθυνση Σημάτων ενημερώνει τον δικαιούχο του σήματος σχετικά με τη λήξη ισχύος της καταχώρισης έξι (6) τουλάχιστον μήνες πριν από την επέλευσή της. Η καταβολή του τέλους ανανέωσης γίνεται μέσα στο τελευταίο εξάμηνο της προστασίας ωστόσο υπό τον όρο της καταβολής του τέλους ανανέωσης αυξημένου κατά το ήμισυ και χωρίς να ανατρέπονται δικαιώματα τρίτων που αποκτήθηκαν στο μεταξύ η καταβολή να γίνει μέσα σε πρόσθετη προθεσμία έξι (6) μηνών μετά τη λήξη της καταχώρισης. Σε περίπτωση μη ανανέωσης, παύει αυτοδικαίως η προστασία του σήματος ενώ αμφισβήτηση σχετικά με την παράταση της προστασίας λύεται από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων με αίτηση του ενδιαφερομένου.

ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΣΗΜΑΤΟΣ

Όποιος χρησιμοποιεί ή κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο προσβάλλει σήμα που ανήκει σε άλλον μπορεί να εναχθεί για άρση της προσβολής και παράλειψή της στο μέλλον.

Με την αξίωση για την άρση της προσβολής ο δικαιούχος μπορεί να ζητήσει ιδίως: α) την απόσυρση από το εμπόριο ή την κατάσχεση των εμπορευμάτων που κρίθηκε ότι προσβάλλουν το δικαίωμα επί του σήματος και, εφόσον απαιτείται, των υλικών που κυρίως χρησίμευσαν στη δημιουργία ή την κατασκευή των εν λόγω εμπορευμάτων, β) την αφαίρεση του προσβάλλοντος σημείου ή, εφόσον τούτο δεν είναι δυνατόν, την οριστική απομάκρυν-ση από το εμπόριο των εμπορευμάτων που φέρουν το προσβάλλον σημείο και γ) την καταστροφή τους. Το δικαστήριο διατάσσει την εκτέλεση των μέτρων αυτών με έξοδα του προσβάλλοντος το σήμα, εκτός αν συνηγορούν ειδικοί λόγοι για το αντίθετο.

Αν το δικαστήριο υποχρεώσει σε παράλειψη πράξης, απειλεί για κάθε παράβαση χρηματική ποινή ύψους έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ υπέρ του δικαιούχου, καθώς και προσωπική κράτηση μέχρι ένα (1) έτος. Το ίδιο ισχύει και όταν η καταδίκη γίνεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Κατά τα λοιπά ισχύει το άρθρο 947 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Τα δικαιώματα των παραγράφων 1 και 2 άρθρου 38 του Ν. 4679/2020, έχει ο δικαιούχος και κατά ενδιαμέσου, οι υπηρεσίες του οποίου χρησιμοποιούνται από τρίτο για την προσβολή δικαιωμάτων.

Όποιος από δόλο ή βαρειά αμέλεια προσβάλλει ξένο σήμα υποχρεούται σε αποζημίωση και, αναλόγως με το είδος της προσβολής, μπορεί να εναχθεί και για τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του δικαιούχου αυτής. Η αποζημίωση μπορεί να υπολογιστεί ως κατ’ αποκοπή ποσό το οποίο θα είχε καταβάλει ο προσβάλλων για δικαιώματα ή λοιπές αμοιβές, αν είχε ζητήσει την άδεια χρήσης από τον δικαιούχο. Το δικαστήριο κατά τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνει υπόψη του, ιδίως, τις αρνητικές οικονομικές συνέπειες, καθώς και την απώλεια κερδών που υφίσταται ο δικαιούχος και τα οφέλη που αποκόμισε ο προσβάλλων το σήμα. Αν δεν υπάρχει δόλος ή βαρειά αμέλεια του υπόχρεου, ο δικαιούχος μπορεί να αξιώσει είτε το ποσό, το οποίο ο υπόχρεος ωφελήθηκε από την εκμετάλλευση του σήματος χωρίς τη συγκατάθεσή του είτε την απόδοση του κέρδους που ο υπόχρεος αποκόμισε από την εκμετάλλευση αυτή. Η αξίωση για αποζημίωση παραγράφεται μετά πενταετία από το τέλος του έτους κατά το οποίο άρχισε η προσβολή.

 

ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΟ ΣΗΜΑ

(Άρθρο 50 του Ν. 4679/2020)

Με αίτηση κατά του δικαιούχου του σήματος που υποβάλλεται στη Διεύθυνση Σημάτων και εξετάζεται από τη Διοικητική Επιτροπή Σημάτων μπορεί να ζητηθεί η έκπτωσή του δικαιούχου από το δικαίωμα στο σήμα στις εξής περιπτώσεις :

α) εφόσον μέσα σε χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών από την καταχώριση του σήματος, ο δικαιούχος δεν κάνει ουσιαστική χρήση του για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωριστεί ή αν διακόψει τη χρήση του σήματος για πέντε (5) συνεχή έτη,

β) συνεπεία της συμπεριφοράς ή αδράνειας του δικαιούχου, το σήμα έχει καταστεί κοινόχρηστο ή συνήθης εμπορική ονομασία του προϊόντος ή της υπηρεσίας για το οποίο έχει καταχωριστεί,

γ) λόγω της χρήσης του σήματος από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ή για τις οποίες τούτο έχει καταχωριστεί ενδέχεται να παραπλανηθεί το κοινό, ιδίως, ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών.

Η έκπτωση από το δικαίωμα στο σήμα παράγει αποτελέσματα έναντι πάντων και επέρχεται όταν η σχετική απόφαση καταστεί τελεσίδικη.

 

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Το άρθρο 45 του Ν. 4679/2020 ρυθμίζει την ποινική προστασία του εμπορικού σήματος.

Ειδικότερα : «1. Με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ τιμωρείται όποιος εν γνώσει: α) χρησιμοποιεί σήμα κατά παράβαση των περιπτώσεων α’ ή β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 7, ή β) θέτει σε κυκλοφορία, κατέχει, εισάγει ή εξάγει προϊόντα που φέρουν αλλότριο σήμα, ή προσφέρει υπηρεσίες με αλλότριο σήμα, ή γ) τελεί μία από τις πράξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 7. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος με πρόθεση χρησιμοποιεί σήμα φήμης, κατά παράβαση της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 7, για να εκμεταλλευτεί ή να βλάψει τη φήμη του.ω2. Επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή ύψους έξι χιλιάδων (6.000) έως τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ επί προσβολής σήματος με σημείο που ταυτίζεται με το σήμα και συντρέχει επίσης ταυτότητα ή ομοιότητα προϊόντων ή υπηρεσιών: α) αν το όφελος που επιδιώχθηκε ή η ζημία που απειλήθηκε από τις πράξεις της παραγράφου 1 είναι ιδιαίτερα μεγάλη και συντρέχει εκμετάλλευση σε εμπορική κλίμακα, ή β) αν ο υπόχρεος τελεί τις πράξεις της παραγράφου 1 κατ’ επάγγελμα.3. Όποιος με πρόθεση χρησιμοποιεί τα σύμβολα και τα σημεία που αναφέρονται στις περίπτωση η’, θ’ και ιε’ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 τιμωρείται με χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ. 4. Στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2, η ποινική δίωξη ασκείται κατ’ έγκληση, ενώ στην περίπτωση της παραγράφου 3, η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπάγγελτα.»