ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ/ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ (ΑΡ. 9 παρ. 2) (άρθρο 66 του Ν. 4549/2018 και 8 παρ. 3-6 και 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 και 68 παρ. 6 των μεταβατικών διατάξεων)
«6. Στο άρθρο 9 του ν. 3869/2010 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής: «6. Οι παράγραφοι 3 έως 6 του άρθρου 8 εφαρμόζονται και στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών του παρόντος άρθρου. Η μεταρρύθμιση της απόφασης γίνεται εντός των ορίων της παραγράφου 2 του άρθρου 9, όπως αυτή εφαρμόστηκε από τη μεταρρυθμιζόμενη απόφαση.».
Οι παράγραφοι 3-6 του άρθρου 8, που εφαρμόζονται πλέον και στο άρθρο 9 είναι οι κάτωθι:
«3. Ο οφειλέτης οφείλει να εργάζεται κατά τη διάρκεια της περιόδου ρύθμισης της προηγούμενης παραγράφου σε κατάλληλη εργασία ή, αν δεν εργάζεται, να καταβάλει εύλογη προσπάθεια για την εξεύρεση ανάλογης εργασίας. Η προσπάθεια ανεύρεσης εργασίας τεκμαίρεται εφόσον ο οφειλέτης έχει εγγραφεί στο Μητρώο Ανέργων του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού ή έχει κάρτα ανεργίας και δεν έχει αποκρούσει αδικαιολόγητα πρόταση από τον Οργανισμό για ανάληψη εργασίας. Οφείλει επίσης να γνωστοποιεί μέσα σε ένα μήνα στη γραμματεία του δικαστηρίου κάθε μεταβολή κατοικίας ή εργασίας, αλλαγή εργοδότη, καθώς και κάθε αξιόλογη βελτίωση των εισοδημάτων του ή των περιουσιακών του στοιχείων, ώστε να ενημερώνεται ο φάκελος που τηρείται σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 4.
- Με αίτηση του οφειλέτη ή πιστωτή, που επιδίδεται μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της στο αρμόδιο δικαστήριο, μπορεί να τροποποιείται η ρύθμιση οφειλών της απόφασης της προηγούμενης παραγράφου ως προς το ύψος των μηνιαίων καταβολών, όταν τούτο δικαιολογείται από μεταγενέστερα γεγονότα ή μεταβολές της περιουσιακής κατάστασης και των εισοδημάτων του οφειλέτη. Η ισχύς της απόφασης που τροποποιεί τη ρύθμιση μπορεί να ανατρέχει στο χρόνο υποβολής της αίτησης τροποποίησης. Σε περίπτωση καταβολής από τον οφειλέτη σε πιστωτές μεγαλύτερου ποσού από αυτό που έχει οριστεί από το δικαστήριο σύμφωνα με την παράγραφο 2, ο οφειλέτης υποχρεούται να ικανοποιήσει συμμέτρως όλους τους πιστωτές.
- Σε περιπτώσεις που εξαιτίας εξαιρετικών περιστάσεων, όπως χρόνια ανεργία χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, σοβαρά προβλήματα υγείας, ανεπαρκές εισόδημα για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών του οφειλέτη ή άλλων λόγων ίδιας τουλάχιστον βαρύτητας, προσδιορίζονται με την απόφαση μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές, το δικαστήριο μπορεί με την ίδια απόφαση να ορίσει, όχι νωρίτερα από πέντε μήνες, νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών.
- Η απόφαση που ορίζει μηνιαίες καταβολές είναι αμέσως εκτελεστή και δεν επιτρέπεται δικαστική αναστολή της. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται.».
Το παρόν άρθρο αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μεταβολές του Νόμου, καθώς πλέον θεσμοθετείται για πρώτη φορά, νομοθετικά, η δυνατότητα μεταρρύθμισης της ρύθμισης του άρθρου 9, ήτοι της ρύθμισης που αφορά την κύρια ή μοναδική κατοικία του οφειλέτη, με τη μνεία ότι ήδη ένα μεγάλο μέρος της νομολογίας δεχόταν τη μεταρρύθμιση της ρύθμισης του άρθρου 9 του Ν. 3869/2010.
Ιδιαίτερα χρήσιμη είναι η αναφορά της αιτιολογικής έκθεσης του Νόμου αναφορικά με την αναθεώρηση του άρθρου 9 και τη δυνατότητα μεταρρύθμισής του με αναλογική εφαρμογή των παραγράφων 3-6 του άρθρου 8 του Νόμου. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι : «Με την παράγραφο 6 δίνεται η δυνατότητα σε όλους τους διαδίκους να ζητήσουν µεταρρύθµιση του σχεδίου διευθέτησης οφειλών του άρθρου 9, εφόσον η µεταρρύθµιση υπαγορεύεται από µεταγενέστερα γεγονότα. Ο ισχύων νόµος προβλέπει µεταρρύθµιση µόνο της ρύθµισης του άρθρου 8, µε αποτέλεσµα να καθίσταται δύσκαµπτο το σχέδιο διευθέτησης οφειλών του άρθρου 9 και αφενός οι οφειλέτες, που αντιµετωπίζουν κάποια δυσµενή µεταβολή της οικονοµικής τους κατάστασης, να βρίσκονται ενώπιον του κινδύνου απώλειας της προστασίας της κύριας κατοικίας τους, αφετέρου οι πιστωτές να υφίστανται ζηµία παρά τη βελτίωση των εισοδηµάτων του οφειλέτη. Για να διατηρηθεί ο µεταρρυθµιστικός χαρακτήρας του αιτήµατος και να µην δοθεί η δυνατότητα καταστρατήγησης των µεταβατικών διατάξεων των νόµων, που κατά καιρούς τροποποίησαν την παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, προβλέπεται ρητώς ότι το σχέδιο διευθέτησης οφειλών, και µετά τη µεταρρύθµισή του, θα παραµένει εντός των ορίων που θέτει η παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, όπως αυτό εφαρµόστηκε από τη µεταρρυθµιζόµενη απόφαση. Αν λοιπόν π.χ. η µεταρρυθµιζόµενη απόφαση εφάρµοσε το ν. 4346/2015 (Α΄ 152) και µερίµνησε για τη µη χειροτέρευση της θέσης των πιστωτών σε σχέση µε τη θέση που θα είχαν επί αναγκαστικής εκτέλεσης, ο κανόνας αυτός θα πρέπει να γίνει σεβαστός και από τη µεταρρυθµιστική απόφαση.»
Εν όψει λοιπόν της πιθανής έλλειψης βιωσιμότητας των αποφάσεων που εκδόθηκαν κατά τα έτη 2013 και επόμενα και της επαπειλούμενης μη προστασίας της κύριας κατοικίας των αιτούντων, λόγω μη καταβολής της ορισθείσας δόσης του άρθρου 9 παρ. 2 του Νόμου, ο νομοθέτης έλαβε, ορθά, την απόφαση να επεκτείνει την εφαρμογή και του άρθρου 8 παρ. 5 –εξαιρετικές περιστάσεις, στις οποίες το Δικαστήριο μπορεί να ορίσει μικρές ή και μηδενικές μηνιαίες καταβολές, με επανεξέταση των εισοδημάτων του αιτούντος-, αλλά και του άρθρου 8 παρ. 4 –μεταρρύθμιση απόφασης και τροποποίηση της ρύθμισης οφειλών- και στη ρύθμιση για τη διάσωση της κύριας κατοικίας.
Το τελευταίο εδάφιο όμως του παρόντος άρθρου αναφέρει: «Η μεταρρύθμιση της απόφασης γίνεται εντός των ορίων της παραγράφου 2 του άρθρου 9, όπως αυτή εφαρμόστηκε από τη μεταρρυθμιζόμενη απόφαση». Από την τελευταία αυτή προσθήκη προκύπτει ότι βασικό ρόλο για τη μεταρρύθμιση της απόφασης αναφορικά με τη ρύθμιση του άρθρου 9 διαδραματίζει το δίκαιο που εφήρμοσε η υπό μεταρρύθμιση απόφαση. Κατά συνέπεια:
α) όσες αιτήσεις είτε είναι εκκρεμείς –έχουν κατατεθεί, δεν έχει επέλθει συμβιβασμός και δεν έχουν εκδικασθεί σε πρώτο βαθμό- κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου -14/06/2018-, είτε έχουν γίνει οριστικά ή τελεσίδικα δεκτές κατά την έναρξη εφαρμογής του παρόντος Νόμου και είχαν κατατεθεί πριν τις 31/12/2015 έχουν σαν ανώτατο όριο για τις καταβολές του άρθρου 9 παρ. 2, το ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας,
β) όσες αιτήσεις έχουν εκδικασθεί και έχουν γίνει οριστικά ή τελεσίδικα δεκτές κατά την έναρξη εφαρμογής του παρόντος Νόμου –στις 14-06-2018- και είχαν κατατεθεί πριν τις 14/06/2013, ήτοι πριν την έναρξη ισχύος του Ν. 4161/2013, που αναθεώρησε το Ν. 3869/2010 ως προς το άρθρο 9 παρ. 2, έχουν σαν ανώτατο όριο για τις καταβολές του άρθρου 9 παρ. 2, το ποσοστό 85% της εμπορικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας.
και γ) όσες αιτήσεις ήταν εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου -14/06/2018- και είχαν κατατεθεί μετά την 01η/01/2016 έχουν σαν ανώτατο όριο για τις καταβολές του άρθρου 9 παρ. 2, την αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών (κατά την άποψη ενός μέρους της νομολογίας [2/3 της εμπορικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας – έξοδα αναγκαστικής εκτέλεσης] και κατά την άποψη του άλλου μέρους της νομολογίας [εμπορική αξία της κύριας ή μοναδικής κατοικίας – έξοδα αναγκαστικής εκτέλεσης]).
Το παρόν άρθρο λοιπόν έχει εφαρμογή και σε αποφάσεις που έχουν δημοσιευθεί πριν την 14η-06-2018. Αυτονοήτως και σε αιτήσεις που είναι εκκρεμείς, ήτοι μέχρι την 14η -06-2018 έχουν κατατεθεί, δεν έχουν συζητηθεί, δεν έχει επέλθει συμβιβασμός ούτε παραίτηση από αυτές και προφανώς σε αιτήσεις που κατατίθενται μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4549/2018, ήτοι μετά την 14η -06-2018.