Menu

Απόφαση 171/2024 – Ειρηνοδικείο Αχαρνών– αίτηση ερμηνείας για τρόπο εκτοκισμού της ρύθμισης για την προστασία της κύριας κατοικίας

Η παρούσα με αριθμό 171/2024 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αχαρνών (δείτε το πλήρες κείμενο ΕΔΩ), δικάζοντας με τη διαδικασία του Ν. 3869/2010, κάνει δεκτή την αίτηση ερμηνείας αρ. 316 Κ.Π.Δ. επ σε απόφαση Ν. 3869/2010 – Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά – εντολέως μας, σε υπόθεση που χειρίστηκε το γραφείο μας.

Η απόφαση παρουσιάζει ιδιαίτερο νομολογιακό ενδιαφέρον καθώς ασχολείται εκτενώς

  • με το ζήτημα του τρόπου υπολογισμού του επιτοκίου της ρύθμισης του αρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 για την προστασία της κύριας κατοικίας του αιτούντος δανειολήπτη, εμπλουτίζοντας τη νομολογία που επιβάλλει τον εκτοκισμό επί της μηνιαίας δόσης και όχι επί του συνολικού κεφαλαίου της ρύθμισης του αρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 για την προστασία της κύριας κατοικίας του αιτούντος δανειολήπτη

αναφέροντας επί λέξει:

η καταβολή των παραπάνω δόσεων θα γίνεται  εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο αποπληρωμής σύμφωνε με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του τόκου υπολογιζόμενου επί του ποσού της ανωτέρω ορισθείσας δόσης.”

Για τη νομική τεκμηρίωση δε της επιλογής αυτής αναφέρει επί λέξει :

“…... Η (μερική έστω) ικανοποίηση των πιστωτών από το εισόδημα του οφειλέτη για µία συγκεκριμένη χρονική περίοδο προβάλλει ως δοκιµασία και επίδοση του οφειλέτη προκειμένου να επιτύχει με το πέρας αυτής το ευεργετικό αποτέλεσµα της απαλλαγής των χρεών. Το νοµοσχέδιο δίνει µία ρεαλιστική προοπτική απεγκλωβισμού από τα χρέη σε όλους τους υπερχρεωµένους πολίτες. Διασφαλίζει στα υπερχρεωµένα νοικοκυριά που θα θελήσουν να αξιοποιήσουν τις ρυθµίσεις του σχεδίου νόμου ένα ελάχιστο επίπεδο οικονοµικής διαβίωσης. Με μία πρωτοποριακή ρύθμιση λαμβάνει ιδιαίτερη µέριµνα για τη διατήρηση και προστασία της κύριας κατοικίας των οφειλετών, αφού επιτρέπει σε αυτούς να την εξαιρέσουν από την ρευστοποίηση της περιουσίας τους. τούτο δε υπό όρους και διαδικασίες που δεν θίγουν τα συµφέροντα των πιστωτών.» (βλ. ΕιρΑλεξ 105/2023 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, µε την νομοθετική ρύθµιση και τροποποίηση του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 µε τους Ν.4346/2015 και 4549/2018, ορίστηκε ότι το σχέδιο διευθέτησης οφειλών, το οποίο προτείνει ο οφειλέτης για την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του, προβλέπει ότι ο οφειλέτης θα καταβάλλει το µέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και ταυτόχρονα τέτοιο ποσό ώστε οι πιστωτές του να µη βρεθούν, χωρίς τη συναίνεση τους σε χειρότερη οικονομική Θέση από αυτήν που θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης. Ακολούθως ο ανωτέρω νόμος, προέβλεψε ότι « µε απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, ορίζονται η διαδικασία και τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισµό της μέγιστης ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη και τον προσδιορισμό του ποσού, το οποίο Θα ελάµβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και για τον προσδιορισµό της ενδεχόμενης ζηµίας των πιστωτών» (βλ. άρθρο 9 παρ. 2, εδ. β και γ’, όπως αντικαταστάθηκε από 1-1-2016. με το άρθρο 14 παρ.1 Ν.4346/2015). Από την παραπάνω διατύπωση, της τροποποίησης του ως άνω νόμου. προκύπτει αβίαστα ότι ο νοµοθέτης έθεσε δύο κριτήρια για τον προσδιορισμό του ανταλλάγματος, που ο οφειλέτης θα καταβάλλει για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, αφενός τη μέγιστη δυνατότητας αποπληρωμής του οφειλέτη και αφετέρου το ποσό που θα ελάµβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης του ακινήτου. Ωστόσο. το γεγονός ότι µε την παραπάνω απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος θα προσδιορίζονταν μεταξύ άλλων και η ενδεχόμενη ζημία των πιστωτών, αλλά και από τον όλο σκοπό και πνεύµα του Ν. 3869/2010, όπως προεκτέθηκε καταδεικνύεται ότι προτεραιότητα του νομοθέτη και πρωτεύον κριτήριο ήταν η μέγιστη δυνατότητα αποπληρωμής του συνεχεία καταβαλλόµενων εντός πενθημέρου εκάστου μηνός, ενώ τέλος διατάχθηκε και η εκποίηση ενός ακινήτου ιδιοκτησίας του αιτούντος στη Μεταµόρφωση Αττικής με δηµόσιο πλειστηριασμό, ορίζοντας ταυτόχρονα εκκαθαριστή. Η αποπληρωµή του ανωτέρω ποσού στο πλαίσιο των δόσεων της ρύθμισης του αρ. 9 παρ. 2 του νόμου ορίστηκε να γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, µε το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου µε κυμαινόμενο επιτόκιο που Θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα µε το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος’ αναπροσαρµοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηµατοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η διατύπωση της ανωτέρω απόφασης, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, είναι ασαφής και χρήζει ερμηνείας, καθόσον δεν διευκρινίζεται αν το επιτόκιο Θα πρέπει να υπολογίζεται στην εκάστοτε µηνιαία δόση ή στο συνολικό κεφάλαιο. Επί των ανωτέρω λεκτέα είναι τα ακόλουθα: Στο διατακτικό της ερμηνευόµενης απόφασης επαναλαμβάνονται στην ουσία αυτολεξεί οι όροι τοκοφορίας της δόσης που προβλέπονται στο άρθρο 9 παρ. 2 του ν. 3869/2010 για την διάσωση της κύριας κατοικίας των αιτούντων. Από τις διατάξεις του Ν. 3869/2010 οφειλέτη προτάσσει την απεμπλοκή των οφειλών του δανειολήπτη από τις δανειακές συμβάσεις, εντάσσοντάς αυτές σε μία συνολική οφειλή, ένα µέρος της οποίας διαγράφεται. και ένα άλλο μέρος αποπληρώνεται, ανάλογα µε τις οικονοµικές δυνάμεις του αιτούντος, υπό τους ειδικότερους όρους που Θα ορίσει το Δικαστήριο,

Το Δικαστήριο ρυθμίζοντας τα χρέη του υπερχρεωµένου δανειολήπτη δεν επιφέρει απλώς τροποποίηση των όρων της δανειακής σύµβασης ως προς το συνολικό οφειλόµενο ποσό και το χρόνο αποπληρωμής αυτού, ώστε να δύναται να θεωρηθεί όπ οι λοιποί όροι της δανειακής σύμβασης, πέραν των ανωτέρω, εξακολουΘούν να ισχύουν Δυνατότητα ρύθµισης στα πλαίσια της υπάρχουσας δανειακής σύμβασης, τροποποιώντας αυτήν, δίδει ο νοµοθέτης στα συµβαλλόμενα µέρη μόνο κατόπιν εξώδικου διακανονισµού. Εφόσον αυτός δεν επέλθει και ο δανειολήτπης προσφύγει στο Δικαστήριο, αυτό. δεχόμενο την αίτηση, κατ’ ουσίαν αναστέλλει την ισχύ της δανειακής σύµβασης, και προβαίνει σε νέα ρύθμιση της ληξιπρόθεσµης οφειλής, καθορίζοντας όλους τους όρους αποπληρωµής αυτής (οφειλόµενο ποσό, επιτόκιο. χρόνος αποπληρωμής, χρόνος καταβολής δόσης, διαγραφέν ποσό). έχοντας παράλληλα τη δυνατότητα να επιβάλλει στα συµβαλλόµενα μέρη και άλλους πρόσθετους όρους, που αυτό κρίνει ως επιβεβλημένους για τη δίκαιη επίλυση της διαφοράς και την αποφυγή στέρησης της κύριας κατοικίας του αιτούτος.

Εξάλλου και ο ίδιος ο νόμος αναφέρει ότι οι µη εµπραγμάτως εξασφαλισμένες οφειλές σταµατούν να εκτοκίζονται, πράγµα που δεν συνάδει µε τα τραπεζικώς ισχύοντα, ενώ ακόµη και η επιλογή της εκουσίας δικαιοδοσίας από τον νοµοθέτη για τις διαφορές του ν 3869/2010, µε το ευρύ ρυθµιστικό της πεδίο και τις πέραν του συζητητικού συστήματος εξουσίες που παρέχει στον δικάζοντα, σαφώς υποδηλώνει ότι αποµακρυνόμαστε, έστω ως ένα βαθμό. από την τραπεζική ορολογία με τη στενή έννοια. Ενόψει αυτών. Θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο νομοθέτης, ορίζοντας το ανωτέρω αναφερόμενο επιτόκιο στο πλαίσιο της ρύθμισης του αρ 9 παρ 2 Ν. 3869/2010 ουσιαστικά είχε υπόψη του την µεταβαλλόμενη σε βάθος χρόνου αξία του χρήµατος, ήτοι την αξία που θα είχε η ορισθείσα µηνιαία δόση στο πέρασμα των ετών, κατά τα οποία διαρκεί η υποχρέωση καταβολής της ως άνω ρύθµισης, ήτοι μετά από έως 20 ή 35 χρόνια, ανάλογα την περίπτωση, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια της τραπεζικής αγοράς, η οποία προτάσσει την οικονομική διευκόλυνση των δανειοληπτών, υπό την προϋπόΘεση αποκόµισης κέρδους για τον πιστωτή μέσω του επιβαλλόμενου επιτοκίου.

Ο εκτοκισµός δηλαδή του συνολικού ανταλλάγµατος που ορίστηκε στο πλαίσιο του αρ. 9 παρ… 2 εν είδει νέου προϊόντος δανείου µε πιστούχο τον οφειλέτη. καίτοι αναµενόμενος µε βάση τα τραπεζικά ήθη, εντούτοις δεν συνάδει με τον γενικότερο σκοπό του Ν. 386912010, όπως αυτό αποτυπώνεται ρητό στην αιτιολογική του έκθεση (βλ. ανωτέρω νομική σκέψη υπο” Π), ο οποίος είναι πρωτίστως η επανένταξη του υπερχρεωμένου πολίτη στην οικονοµική και κοινωνική ζωή µε την επανάκτηση της οικονομικής ελευθερίας, που συνεπάγεται η εξάλειψη των χρεών, που αδυνατεί να αποπληρώσει.

Εποµένως, ορθότερα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το επιτόκιο της ρύθµισης του αρ. 9 παρ 2 θα υπολογίζεται στην εκάστοτε µηνιαία δόση που επιβλήθηκε από το Δικαστήριο, διότι µόνο έτσι εξυπηρετείται ο παραπάνω σκοπός του Νόμου.

Στο ως άνω συµπέρασμα συνηγορεί αφενός το γεγονός ότι ο εκδώσας την απόφαση ρύθμιση Δικαστής ρητά αναφέρει το ύψος της µηνιαίας δόσης, κατ’ απόκκλιση απο΄ τους κανόνες της τραπεζικής αν δε, ήθελε ερµηνευτεί ότι το επιτόκιο υπολογίζεται στο συνολικό αντάλλαγμα που υποχρεώθηκαν οι οφειλέτες να καταβάλουν, η απόφαση Θα όριζε µόνο το κεφάλαιο, εντόκως κλπ και δε Θα αναφερόταν το ύψος της δόσης, την οποία, ο Δικαστής, θα άφηνε αρρύθμιστη ώστε να υπολογιστεί από την πιστώτρια κατά τα τραπεζικώς ισχύοντα.

Επιπρόσθετα, η ανωτέρω δόση ορίστηκε από το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψιν του πρωτίστως τη μέγιστη δυνατότητα αποπληρωµής των αιτούντων, αλλά και το ποσό που θα ελάµβανε η πιστώτρια σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης του ακινήτου τους, κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης, γεγονός που συντείνει έτι περαιτέρω στο συμπέρασµα ότι η οριζόµενη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν, 3869/2010 αποτελεί την οροφή και όχι τη βάση υπολογισμού Αντίθετη ερµηνεία Θα είχε ως αποτέλεσµα τον εκ νέου εγκλωβισµό του υπερχρεωμένου δανειολήτττη σε µία κατάσταση από όπου δεν Θα µπορούσε να απεγκλωβιστεί, µε την καταβολή υπέρµετρων δόσεων πέραν των οικονομικών του δυνατοτήτων, καταστρατηγώντας με τον τρόπο αυτό το σκοπό και το πνεύµα του νόµου (ΜΠρΛασ (ως Εφετείο) 27Ο/2023 (αδημ.), ΕιρΛαυρ 22|2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΑλεξ 105/2023 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΗρακλ 1436/2023 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Κατ’ ακολουΘίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση θα πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιµη, να ερµηνευθεί η με αριθµό ……….. απόφαση του Δικαστηρίου αυτού – όπως αυτή εν συνεχεία διορθώθηκε δυνάμει της υπ’ αρ. 53/2019 απόφασής του – ως προς τον τρόπο εκτοκισµού της καταβλητέας για τη διάσωση της κύριας κατοικίας των αιτούντων μηνιαίας δόσης, όπως καθορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας και να διαταχθεί η σημείωση, κατ΄ άρθρο 320 ΚΠολΔ, της παρούσας.

Η παρούσα απόφαση καθορίζει:

  • κάνει δεκτή την αίτηση ερμηνείας αρ. 316 Κ.Π.Δ. επί της απόφασης του Ν. 3869/2010
  • τον υπολογισμό του τόκου επί του ποσού δόσης της ρύθμισης του αρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 και όχι επί του συνολικού κεφαλαίου της ανωτέρω ρύθμισης, γεγονός που συνιστά μία σημαντική ελάφρυνση για τον αιτούντα δανειολήπτη.
  • διατάσσει τη σημείωση της ερμηνευτικής απόφασης στο περιθώριο της ερμηνευόμενης απόφασης, γεγονός που της προσδίδει αναδρομικότητα από την έναρξη των έντοκων καταβολών της ρύθμισης του αρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010, για τη διάσωση της κύριας κατοικίας.

Την υπόθεση χειρίστηκε

ο Δικηγόρος Αθηνών, Μιχαήλ Ι. Κούβαρης

171_2024_Ειρ Αχαρνών